Μια απέραντη τοιχογραφία του συστήματος των φυλακών και των στρατοπέδων στην πρώην Σοβιετική Ένωση από το 1918 ώς το 1956, και κυρίως κατά τη σταλινική περίοδο, ένα σύγχρονο έπος όπου η αβάσταχτη σκληρότητα των περιγραφών μετριάζεται συχνά από το χιούμορ, τα αυτοβιογραφικά κεφάλαια εναλλάσσονται με μεγάλους ιστορικούς πίνακες, και μέσα από όλα αυτά προβάλλει η τραγική μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων. Ένα βιβλίο που σφράγισε τον 20ο αιώνα.
Ο Σολζενίτσιν βίωσε και ο ίδιος το τρομακτικό σύμπαν του «Αρχιπελάγους». Το 1945, έχοντας διακριθεί στα πεδία των μαχών του Βορειοδυτικού Μετώπου κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, συλλαμβάνεται επειδή σε μια επιστολή του ασκούσε κριτική στον Στάλιν. Τα επόμενα οκτώ χρόνια θα τα περάσει έγκλειστος σε φυλακές και στρατόπεδα εργασίας και κατόπιν άλλα τρία σε αναγκαστική εκτόπιση, μέχρι την αποκατάστασή του το 1956.
Το 1960 θα δημοσιεύσει το άλλο μνημειώδες έργο του, «Μια ημέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς», που θα του εξασφαλίσει διεθνή φήμη.
Από το 1963 πέφτει πάλι σε δυσμένεια, και στο εξής εκδίδει τα έργα του στο εξωτερικό ή με τη μέθοδο σαμιζντάτ (ιδιωτική ιδιόχειρη έκδοση που κυκλοφορούσε μυστικά από τις αρχές). Τη συγγραφή του «Αρχιπελάγους Γκουλάγκ» την ολοκληρώνει το 1967 και στέλνει ένα μικροφίλμ με το κείμενο του έργου στο εξωτερικό. Το 1970 του απονέμενεται το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας (που δεν θα το παραλάβει, φοβούμενος ότι αν πάει στη Στοκχόλμη οι σοβιετικές αρχές δεν θα του επιτρέψουν να επιστρέψει στη Ρωσία). Το Σεπτέμβριο του 1973, όταν πληροφορείται ότι η Κα-Γκε-Μπε έχει στα χέρια της ένα αντίτυπο του έργου, δίνει τη συγκατάθεσή του να εκδοθεί το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» στο εξωτερικό (ο πρώτος τόμος εκδόθηκε το 1974, και οι υπόλοιποι δύο ως το 1977).
Το βάρος της ιστορικής μαρτυρίας σε συνδυασμό με τη δύναμη της γραφής του μεγάλου συγγραφέα καθιστούν το «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» ένα κλασικό έργο. Η παρούσα έκδοση, η οποία περιλαμβάνει τα Μέρη Ι και ΙΙ του έργου, πρωτοδημοσιεύτηκε από τον Εκδοτικό Οργανισμό Πάπυρο το 1974, το ίδιο έτος δημοσίευσης του έργου στη Γαλλία και την Αγγλία.